Page 51 - VOCALECT(Student Flipbook)
P. 51

θρησκευτικό κέντρο και κατά την οθωμανική, εμπορικό και αμυντικό κέντρο. Σήμερα στον
λόφο σώζονται τα εξής μνημεία: Α' Αρχαίο θέατρο, Τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική,
Παλαιοχριστιανικό λουτρό, Μεσοβυζαντινός ναός, Μπεζεστένι. Επίσης ευρήματα από την
αρχαία ακρόπολη της Λάρισας έχουν βρεθεί σε ανασκαφές στον λόφο.

Αρχαία μνημεία

 Α' Αρχαίο θέατρο Λάρισας.[6] Χτισμένο τον 3ο αιώνα π.Χ., στη νότια πλευρά του λόφου
    Φρούριο, στη νότια πλευρά του λόφου Φρούριο, όπου κατά την αρχαιότητα δέσποζε η
    οχυρωμένη ακρόπολη της πόλης, είναι ένα από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα θέατρα
    της περιόδου. Εκτός από τη χρήση του για ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων
    χρησιμοποιήθηκε και για τις συνελεύσεις του κοινού των Θεσσαλών. Κατά τη ρωμαϊκή
    περίοδο μετατράπηκε σε αρένα, και έγινε μεταφορά των θεατρικών δρώμενων της πόλης
    στο Β΄ Αρχαίο θέατρο. Οι ανασκαφές το έφεραν στην επιφάνεια στα μέσα της δεκαετίας
    του '90. Το Α’ Αρχαίο Θέατρο της Λάρισας οικοδομήθηκε το α’ μισό του 3ου αι. π.Χ. στα
    χρόνια του βασιλιά της Μακεδονίας Αντιγόνου Γονατά με προσανατολισμό προς την
    αρχαία αγορά στο σημείο των σημερινών περίπου πλατειών Κεντρικής και Ταχυδρομείου.
    Στο Αρχαίο Θέατρο πραγματοποιούνταν λατρευτικές εκδηλώσεις, θεατρικά έργα, μουσικά
    δρώμενα, ωδικοί αγώνες και πολιτικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με το κορυφαίο
    διοικητικό όργανο της πόλης, το Κοινό των Θεσσαλών. Σύμφωνα με αρχαιολογικές
    ενδείξεις και επιγραφές φαίρεται σε κάποιο χώρο κοντά στο θέατρο να υπήρχε το ιερό του
    Διόνυσου. Το μνημείο έχει τα σχαρακτηριστικά του ελληνιστικού θεάτρου με τα τρία
    βασικά στοιχεία: κοίλο - ορχήστρα - σκηνή. Κοίλο του αρχαίου θεάτρου αποτελούσε η
    πλαγιά του λόφου «Φρούριο». Ένας διάδρομος, το διάζωμα για την διακίνηση των θεατών,
    χωρίζει το κοίλο σε δύο τμήματα, το κυρίως θέατρο και το επιθέατρο. Το Α' Αρχαίο
    Θέατρο απποτελεί μεγαλοπρεπές οικοδόμημα και υπολογίζεται πως είχε χωρητικότητα
    τουλάχιστον 10.000 θεατών.[7]

 Β' Αρχαίο θέατρο Λάρισας. Πρόκειται για το θέατρο που αντικατέστησε το Α' Αρχαίο
    θέατρο, κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Είναι κτισμένο στη νοτιοδυτική πλευρά του λόφου
    Πευκάκια, που όμως δεν υπάρχει σήμερα λόγω ισοπέδωσής του το 1950 για πολεοδομικούς
    λόγους. Η ανακάλυψή του έγινε το 1978 κατά τη διάρκεια ανέγερσης οικοδομής. Οι
    αρχαιολόγοι το ανέσκαψαν οριστικά το 1985-1986 και έφεραν στο φως τη σκηνή,
    την ορχήστρα, το κοίλο καθώς και τη δεξιά πάροδο και τμήμα της αριστερής. Το κοίλο του
    θεάτρου χωρίζεται με δεκατέσσερις κλίμακες σε δεκατρείς κερκίδες. Δύο σειρές εδωλίων
    αντιστοιχούν σε κάθε κερκίδα. Στο υπόλοιπο τμήμα του, υπήρχαν τοποθετημένα, ικρία. Η
    διάμετρος της ορχήστρας υπολογίζεται σε 29,70 μ. Από τις τρεις βαθμίδες, σώζεται η βάση
    και η κατώτερη βαθμίδα. Στα νότιά της έχει αποκαλυφθεί μαρμάρινος κυβόλιθος, ενώ τα
    μάρμαρα, που χρησιμοποιήθηκαν για τα εδώλια και τις κλίμακες του κοίλου, αποτελούνται
    από χρησιμοποιημένο οικοδομικό υλικό παλιότερου κτιρίου. Εικάζεται πως το Β’ Αρχαίο
    Θέατρο εξυπηρετούσε συγκεκριμένες πνευματικές ανάγκες των Λαρισαίων πολιτών και
    αποτελεί τον ιδανικό χώρο για το ανέβασμα ποιοτικών καλλιτεχνικών δρωμένων, όπως το
    1987 που ανέβηκε η τραγωδία «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Ακολούθησαν παραστάσεις του
    ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Λάρισας, όπως οι «Χοηφόρες» του Αισχύλου (1992) και ο «Φιλοκτήτης» του
    Σοφοκλή (2004).[8]

 Μνημείο Ποσειδώνα. Το μνημείο του Ποσειδώνα βρίσκεται στη συμβολή των οδών
    Δήμητρας και Νίκης. Αποκαλύφθηκε όρθιο στην αρχική του θέση, όρθιο στην αρχική του
    θέση το 1955, μετά από μικρή ανασκαφή που διεξήγαγε ο αρχαιολόγος Νίκος Βερδελής.
    Πρόκειται για αναθηματική στήλη από λευκό μάρμαρο με διαστάσεις, ύψους 2,63 μ. και
    πλάτους 0,50 μ. Η στήλη στεφανώνεται από αέτωμα. Ήταν στερεωμένη μέσα σε ορθογώνια
    μαρμάρινη πλίνθο, η οποία στηριζόταν σε λίθινο υπόβαθρο. Στο μέσο της περίπου είναι
    χαραγμένη η τρίστιχη επιγραφή: «Ποτείδωνι Κρανναίωι Πυλαίωι» (η κρήνη, στην αχαϊκή –
     αιολική διάλεκτο στην οποία είναι χαραγμένη η επιγραφή, λέγεται κράν(ν)α, λέξη από την
    οποία προέρχεται το επίθετο Κρανναίος). Η στήλη χρονολογείται στις αρχές του 4ου

                                                           51
   46   47   48   49   50   51   52   53   54   55   56