Page 97 - VOCALECT(Teacher Flipbook)
P. 97
5. Στη διάρκεια της ενετοκρατίας σημειώθηκαν κάποιες "στάσεις" που ουσιαστικά ήταν κάθε
φορά μεμονωμένες εξεγέρσεις υποκινούμενες κυρίως από τις οικογένειες των γόνων
των αρχοντόπουλων του κυρ Φωκά με σαφείς προσωπικές επιδιώξεις όπως π.χ. ν΄
αναγνωριστούν και αυτοί ως ευγενείς και να τύχουν των αυτών προνομίων τα φέουδα που
είχαν προηγουμένως δημιουργήσει. Σημειώθηκαν 27 τέτοιες εξεγέρσεις τα αιτήματα των
οποίων δεν αρνήθηκαν οι Ενετοί να ικανοποιήσουν μετά βέβαια από ομολογία πίστεως στη
Βενετία των υποκινητών και των υποκινούμενων. Μια τέτοια συμφωνία ήταν και η "Pax
Alexii Callergi" μεταξύ Βενετίας και του Μεγάλου Άρχοντα Αλεξίου Καλλέργη όπου ακόμα
και στους συμμετέχοντες στην εξέγερση Κρητικούς, ομολογώντας προηγουμένως πίστη στη
Βενετία, μοιράσθηκαν άλογα. Πάντως τα γεγονότα αυτά δεν μπορούν να χαρακτηρίζονται ως
επαναστάσεις εθνικού χαρακτήρα απελευθέρωσης ή ανεξαρτησίας. Παρά ταύτα, λόγω της
μεγάλης γενικής φορολογίας που είχε επιβληθεί από τη Βενετία, και ειδικότερα για την
προβλεπόμενη κατασκευή του λιμένα του Χάντακα, στις 8 Αυγούστου του 1363 Κρήτες
υποκινούμενοι από τις οικογένειες Ενετών ευγενών Gradonico και Venier και την ενεργό
σύμπραξη του Άρχοντα Ιωάννη Καλλέργη, που έτρεφε αρχηγικές φιλοδοξίες ,
συνεδριάζοντας στον Ναό του Αγίου Τίτου του Χάνδακα κήρυξαν τη λεγόμενη Επανάσταση
του Αγίου Τίτου όπου καταλαμβάνοντας το Δουκικό Μέγαρο και συλλαμβάνοντας τον
Δούκα κατέλυσαν την κυριαρχία της Βενετίας στην Κρήτη. Δημιουργήθηκε έτσι η
"Δημοκρατία του Αγίου Τίτου", στα πρότυπα της Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου του
Κράτους της Γαληνοτάτης Βενετίας, αλλά ενάμιση χρόνο αργότερα (1364) η Βενετία
αποστέλλοντας δυνάμεις κατέστειλε την "επανάσταση" και έδωσε τέλος στην αποστασία -
αυτονόμηση της "Δημοκρατίας του Αγίου Τίτου". [8]
Τουρκοκρατία
Το 1647 μ.Χ. ξεκίνησε η πολιορκία της πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους, η οποία
κράτησε 22 χρόνια και κόστισε τη ζωή σε 30.000 Κρητικούς και 120.000 Τούρκους και εν
τέλει έληξε με την κατάκτηση της πόλης το 1669, από τον Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ.[9]Κατά
την περίοδο της τουρκοκρατίας η πόλη έγινε γνωστή και ως “Μεγάλο Κάστρο” ή “Κάστρο”.
Ακολούθησαν περίοδοι ειρήνης, κινήματα, επαναστάσεις και σκληρές καταστολές εκ μέρους
των Τούρκων. Παραδειγματικά αναφέρεται ότι " στη μεγάλη σφαγή του Ηρακλείου , την 24
Ιουνίου 1821, που έμεινε στη μνήμη του λαού σαν ο μεγάλος αρπεντές, οι εξαγριωμένοι
Τούρκοι κατέσφαξαν το Μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο Παρδάλη και πέντε Επισκόπους : τον
Κνωσσού Νεόφυτο, τον Χερρονήσου Ιωακείμ, τον Λάμπης Ιερόθεο, τον Σητείας Ζαχαρία και
τον τιτουλάριο Επίσκοπο Διοπόλεως Καλλίνικο. Για δύο και περισσότερα χρόνια η Εκκλησία
της Κρήτης έμεινε ακέφαλη. [10] Το 1851, η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από το Ηράκλειο στα
Χανιά.
Το 1856, το Ηράκλειο ισοπεδώθηκε από σεισμό. Από το 3.620 σπίτια της πόλης, μόλις 18
κρίθηκαν κατάλληλα για κατοίκηση.[11]
Κρητική Πολιτεία - Ενσωμάτωση
Οι Κρητικοί μην αντέχοντας την Τουρκική κατοχή επαναστάτησαν επανειλημμένα με
κυριότερες επαναστάσεις το 1841, το 1858, το 1866-1869 και το 1897-1898. Τελικά, το 1897,
μετά τη δολοφονία του Βρετανού πρόξενου στα Χανιά και μερικών προξενικών φρουρών από
τις τουρκικές αρχές, στόλοι της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Ιταλίας
κατέπλευσαν στην Κρήτη θέτοντας τέλος στην Οθωμανική κυριαρχία. Την διοίκηση του
Ηρακλείου ανέλαβαν οι Βρετανοί. Τις 25 Αυγούστου 1898 έγινε προσπάθεια να τοποθετηθούν
στις θέσεις τους οι νέοι αξιωματούχοι στο φορολογικό γραφείο, αλλά οι Τούρκοι της πόλης
αντέδρασαν και εξαγριωμένοι προχώρησαν σε σφαγή των χριστιανών της πόλης, σε λεηλασίες
και τελικά εμπρησμό τμήματος της πόλης. Για να σταματήσει η εξέγερση ένα βρετανικό πλοίο
βομβάρδισε την πόλη. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν ο Λυσίμαχος Καλοκαιρινός, υποπρόξενος
της Βρετανίας στο Ηράκλειο, και 18 Βρετανοί στρατιώτες, ενώ ο συνολικός αριθμός των
νεκρών υπολογίστηκε αρχικά σε 1000 άτομα, αλλά μετέπειτα εκτιμήσεις κάνουν λόγο για
97